top of page

Εισήγηση της κ.Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου

Τις φλέβες που ακουμπάς,
σαν τίποτα να μη συμβαίνει
παίζοντας με τα δάχτυλα
τον άναρχο σφυγμό τους,
χίλιες φορές τις έκοψαν
του έρωτα οι κοφτερές λεπίδες
κι άλλες τόσες τις έραψα μόνη
μόνη! ακούς;
με γρήγορες ραφές
να μην προλάβει ο πόνος
να χυθεί ζεστός στο πάτωμα
και χάσω τις «αισθήσεις».
Μα πάντα επιζώ
για την επόμενη σφαγή μου
από κάποιο χέρι αγαπημένο,
σαν τώρα το δικό σου
που αφήνω – τάχα – ανυποψίαστη
να με διατρέχει,
να με εξερευνά
και να με δοκιμάζει.
Σαν σε φωνάζω έρωτα
γυαλίζει το μαχαίρι.

 

Το εξαιρετικό αυτό ποίημα της Λίλιαν Μπουράνη, με τίτλο «Ερωτικό», το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται στα «Ερώματα», υπογράφεται με το μυθολογικό όνομα της πρώτης θνητής γυναίκας, το όνομα «Πανδώρα», που η ποιήτρια χρησιμοποιούσε ως ψευδώνυμο στο blog της «Μικρό καταφύγιο στην εξοχή», εκεί όπου πριν από κάμποσους μήνες τη γνώρισα και την ξεχώρισα και την αγάπησα, μέσ’ από τους υπέροχους στίχους της, από τη μουσική που επέλεγε για να συνοδεύει αυτούς τους στίχους, από την ευγένεια και την ευαισθησία της και από μία φράση της που άγγιξε βαθιά την ψυχή μου: «Το πιο όμορφο ποίημά μου είναι η κόρη μου»…

Η Λίλιαν Μπουράνη, γεννημένη στον Βόλο, ζει από τα 18 της χρόνια στην Αθήνα. Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, γρήγορα όμως εγκατέλειψε την ιδέα της δικηγορίας. Αν και έγραφε από μικρή, μόλις το 2008 έβγαλε από τα συρτάρια της τα ποιήματά της και αποφάσισε να τα δημοσιεύσει στο προσωπικό της ιστολόγιο «pandora’s bookmarks», όπου την ανακάλυψε ο ποιητής Τόλης Νικηφόρου, στην ενθάρρυνση και την παρότρυνση του οποίου οφείλεται η απόφασή της να εκδώσει τα «Ερώματα»…

Το πρώτο αυτό βιβλίο της Λίλιαν Μπουράνη, από τις Εκδόσεις «Μανδραγόρας», αρχίζει να κατακτά τον αναγνώστη ήδη από το εξώφυλλό του, με την εκπληκτική λεπτομέρεια ενός πίνακα του Toulouse Lautrec και κυρίως με τον ξεχωριστό τίτλο «Ερώματα», λέξη – δημιούργημα της ποιήτριας, με το αρχικό έψιλον γραμμένο με το κόκκινο χρώμα του ερωτικού πάθους. Μια λέξη που παραπέμπει άμεσα στον Έρωτα και στα αρώματα… Όλα εκείνα τα αρώματα που αποπνέει αυτός ο παντοδύναμος γιος της Αφροδίτης… Εμένα προσωπικά, ως αρχαιοελληνίστρια φιλόλογο, τα «Ερώματα» με παραπέμπουν και στον παθητικό παρακείμενο ἔρρωμαι του ρήματος ῥώννυμι που σημαίνει «ενισχύω, ενδυναμώνω κάποιον». Ενδυνάμωση, λοιπόν, αλλά και ανάταση ψυχής η ανάγνωση, η ενασχόληση και η απόπειρα μιας βαθύτερης ανάλυσης των «Ερωμάτων» της Λίλιαν Μπουράνη…

Η θεματική του ποιητικού αυτού έργου, αποτελούμενου από 35 συνολικά ποιήματα [Α΄ Μέρος – 20 ποιήματα, Β΄ Μέρος (με τίτλο «Τεθλάσματα») – 15 ποιήματα] είναι ποικίλη και παρουσιάζει πραγματικά ξεχωριστό ενδιαφέρον.

Η Αγάπη, ένα από τα κύρια μοτίβα της συλλογής, κυριαρχεί έντονα στο ποίημα «Γονυκλισία».

Προσκυνώ την αγάπη είναι ο πρώτος στίχος του ποιήματος, στον οποίο συνοψίζεται όλο το νόημα της συγκεκριμένης σύνθεσης. Και μάλιστα αξιοσημείωτη είναι η επανάληψη (6 φορές) του ρήματος προσκυνώ από την ποιήτρια, στην οποία – όπως διαφαίνεται μέσα από το σύνολο του έργου της – οι επαναλήψεις δεν αποτελούν ιδιαίτερα προσφιλή τρόπο έκφρασής της… Το μοτίβο της Αγάπης κυριαρχεί και στο ποίημα «Μετασχηματισμοί», το οποίο όμως νοηματικά εμφανίζεται ως αντίποδας της «Γονυκλισίας»…

 

Καμιά φορά η αγάπη
αντί να αναληφθείστους ουρανούς
μικραίνει τόσο
που πέφτει στον υπόνομο.
Τα βράδια που ξυπνάς
να πιεις νερό
την βρίσκεις στην κουζίνα
να τρέχει στις ρωγμές
για να κρυφτεί
σαν μαύρη
τρομαγμένη κατσαρίδα
και παραμερίζεις.
Ούτε να την πατήσεις
δεν καταδέχεσαι.

 

 

Ακολουθεί το εξαιρετικό ποίημα με τίτλο «Οδύσσεια», στο οποίο η Λίλιαν Μπουράνη προτάσσει δύο θαυμάσιους στίχους (183 και 184) από την ραψωδία α της ομηρικής Ὀδυσσείας (πλέων ἐπὶ οἴνοπα πόντον ἐπ’ ἀλλοθρόους ἀνθρώπους, / ἐς Τεμέσην μετὰ χαλκόν, ἄγω δ’ αἴθωνα σίδηρον = ταξιδεύοντας στη σκοτεινή θάλασσα σ’ αλλόγλωσσους ανθρώπους, στην Τεμέση για να βρω χαλκό, και μεταφέρω αστραφτερό σίδηρο). Επίκεντρο της σύνθεσης, στην οποία εναρμονίζονται υπέροχα η προσφώνηση (Ω! μικρή, / σαρκοφάγα μου αγάπη), η ερώτηση (ως πότε / θα σε σώζει / η αυταπάτη / ότι διαπλέεις / τον οίνοπα πόντο;) και η διατύπωση μιας προφητικής σκέψης (Κάποτε / θα ξαναδιαβάσεις / τον α 183 / και θα πνιγείς / μέσα στο αίμα μου), είναι ο περίφημος ομηρικός λογότυπος οἴνοψ πόντος, η απέραντη σκοτεινή θάλασσα του Ομήρου, στο χρώμα του βαθυκόκκινου κρασιού αλλά και του αίματος…Δεν είναι τυχαίο ότι η Λίλιαν Μπουράνη, λάτρης του αρχαιοελληνικού ποιητικού λόγου, προτάσσει και σ’ ένα άλλο ποίημά της, με τίτλο «Λευκή μελαγχολία – Τα τζάμια», το πασίγνωστο και αθάνατο χορικό από τη σοφόκλεια Ἀντιγόνη : Ἔρως ἀνίκατε μάχαν, /… ὁ δ’ ἔχων μέμηνεν (στ. 781 – 790).Λευκή μελαγχολίαείναι της νύχταςτο μισοπαιγμένο βαλςκι η πρόβα του χορούστο τρίτο στάσιμοσταματημένη«ο δ’ έχων μέμηνεν!»… (απόσπασμα).

Ο έρωτας, βασικό μοτίβο των «Ερωμάτων», απαντά μ’ έναν αριστουργηματικό τρόπο στο πρώτο ποίημα με τίτλο «Αντί – έρωτες». Η ηρωίδα απευθύνεται στον Αγαπημένο με μια κυριολεκτικά «αφοπλιστική», ικετευτική προτροπή…Ρίξε με στην αγκαλιά σουμόνο αν είναι να κινδυνεύσω…Όσο με θες αρνήσου μεκι όταν μ’ αιχμαλωτίζειςσκότωνέ με…και μην με ταξιδέψειςποτέως το τέλος!... (αποσπάσματα).Ο έρωτας, στο ποίημα «Το ένα», συνδέεται άμεσα με το μοτίβο της μοναξιάς, της μοναδικής / και αδιαίρετης μοναξιάς που, όσο κι αν ο Έρωτας την εξαπατά, θα πεθαίνει / αλυσοδεμένη / με το ομόκλινο / ψέμα της. Εκπληκτική με τη λιτότητά της η διατύπωση της ιδιότητας του έρωτα να εξαπατά καθώς και της διαπίστωσης για την ανάγκη, που έχει η ανθρώπινη ψυχή γι’ αυτή την απάτη, γι’ αυτό το ψέμα… Δεν είναι δυνατόν παρά να υπογραμμίσει κανείς αυτή την πολυσύλλαβη μετοχή αλυσοδεμένη, με την οποία η ποιήτρια χαρακτηρίζει τη μοναξιά, καθώς και το αρχαΐζον επίθετο ομόκλινο, που προσδιορίζει το «ψέμα». Και είναι, στ’ αλήθεια, αυτές οι λεπτομέρειες που έχουν τόσο βαρύνουσα σημασία και που, τελικά, συνυπογραμμίζουν την ποιητική δεινότητα της Λίλιαν Μπουράνη…Η νύχτα, και με την ουσιαστική και με τη μεταφορική σημασία της λέξης, εμφανίζεται διάσπαρτη μέσα στα «Ερώματα»…

 

Σε ψάχνει η νύχτα.
Όχι, μη βγαίνεις
δεν τέλειωσα με τα κοψίματα…
 
Όχι μη βγαίνεις
άναψε μόνο ένα καντήλι
για τη νυχτερινή μου
προσευχή… (αποσπάσματα από το ποίημα «Μη βγαίνεις»).
 
Σχήμα παλιό
που πια δεν σε χωρά
ετούτη η νύχτα.
Να λείπεις ο μισός
κι ο άλλος μισός να κρύβεσαι
στις σκιές των περαστικών…
 
(απόσπασμα από το ποίημα «Apassionata»).
 

 

bottom of page